Είναι άκρως αντιφατικό, τουλάχιστον, αν όχι εξοργιστικό, οι πολίτες να στενάζουν οικονομικά κάτω από τον ζυγό της ακρίβειας που συρρικνώνει καθημερινά την αγοραστική τους δύναμη και οι υπουργοί, πλέον των σκανδαλωδών προνομίων τους, να προκαλούν με τις σπατάλες τους το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Δυο χαλιά που τα προμηθεύτηκε το Υπουργείο Τουρισμού για τις ανάγκες του από γνωστή τηλεπερσόνα έμπορο χαλιών μας κόστισαν 17.980 ευρώ. Προϊόντα που αγοράστηκαν με απευθείας ανάθεση για τις ανάγκες του υπουργείου, όπως αναφέρεται στα σχετικά έγγραφα.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει για μια ακόμα φορά τα αδικαιολόγητα, προέτρεψε τους πολίτες να κοιτάξουν την μεγάλη εικόνα. Ότι δηλαδή το Υπουργείο Τουρισμού σημείωσε μια εξαιρετική χρονιά για τη “βαριά βιομηχανία” της χώρας και ότι τέτοιες δαπάνες είναι στο πλαίσιο της στρατηγικής του, αφού η υπουργός υποδέχεται ξένους αξιωματούχους στο γραφείο της και το γραφείο της είναι η εικόνα του ίδιου του τουριστικού μας προϊόντος.
Ακολουθώντας το σκεπτικό αυτό, είναι εύλογο να αναλογιστούμε ότι η υπουργός δεν μπορεί να πηγαίνει στο γραφείο της με ένα συμβατικό αυτοκίνητο, δεν μπορεί να περιμένει σε ουρές αεροδρομίου, δεν μπορεί να τρώει φαγητό από ταχυδιανομές, δεν μπορεί να ντύνεται με φθηνά ενδύματα. Το ίδιο και η κουστωδία της. Όλοι πρέπει να “είναι στην πένα” ώστε η εικόνα που εκπέμπεται να είναι αυτή που αντιστοιχεί σε μια πρωταθλήτρια χώρα του τουρισμού.
Ως ένα σημείο αυτή η προσέγγιση έχει μια λογική βάση. Προφανώς και δεν θέλουμε τους υπουργούς μας ντυμένους με ρούχα από το πανέρι της λαϊκής, τα γραφεία τους τρώγλες με φλοκάτες αγορασμένες από πλανόδιους και να κυκλοφορούν με μεταχειρισμένα αυτοκίνητα εικοσαετίας. Είναι άλλο όμως να υπάρχει μια ευπρεπής εικόνα και άλλο να γίνεται κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος προκειμένου να καλυφθεί η μεγαλομανία και η αλαζονεία του εκάστοτε υπουργού.
Όταν μια κυβέρνηση ζητάει από τους πολίτες της να κάνουν θυσίες, να μειώσουν τα έξοδά τους, να πληρώνουν την ενέργεια και τα τρόφιμα πανάκριβα, να βάλουν πλάτη για να ορθοποδήσει η χώρα, δεν γίνεται να αγοράζει περσικά χαλιά για να “κάνει το κομμάτι” της μια υπουργός. Στην τελική δεν υπάρχει μια ελληνική βιοτεχνία που να κατασκευάζει χαλιά, αν είναι τόσο μεγάλη η ανάγκη, ώστε να στηριχθεί μια επιχείρηση της χώρας μας;
Ας υποθέσουμε όμως ότι οι πολίτες είναι εντάξει με αυτό. Τι γίνεται όμως με τους υπόλοιπους δημόσιους λειτουργούς της χώρας; Τι γίνεται με τους πυροσβέστες, τους ιατρούς, τους νοσηλευτές, τους εκπαιδευτικούς; Αυτοί γιατί να μην έχουν καλύτερες συνθήκες εργασίας; Γιατί να μην έχουν παράδειγμα καλύτερα οχήματα και αεροπλάνα οι πυροσβέστες; Γιατί να μην έχουν καλύτερες συνθήκες οι ιατροί και οι νοσηλευτές; Γιατί να μην έχουν καλύτερα σχολικά κτίρια οι εκπαιδευτικοί; Αυτoί δεν είναι μέρος της εικόνας της χώρας;
Προφανώς η ευαισθησία και η αισθητική των κυβερνώντων εξαντλείται μόνο στα του οίκου τους. Θεωρούν εαυτούς ανώτερους από όλους εμάς τους υπολοίπους και τη δουλειά τους σημαντικότερη από οποιαδήποτε άλλη. Ότι χωρίς αυτούς δεν μπορεί να λειτουργήσει το κράτος και η χώρα δεν θα μπορέσει να κυβερνηθεί χωρίς τη σοφία και τις ικανότητές τους. Και κάπως έτσι θεριεύει το φάντασμα του λαϊκισμού με αυτόκλητους σωτήρες που ζητούν να μας σώσουν από τους σωτήρες μας.
Η πολιτική σκηνή της χώρας μας πλέον παραπέμπει σε μαύρη κωμωδία, όπου οτιδήποτε μπορεί να συμβεί και όλοι μας είμαστε πλέον πεπεισμένοι ότι είναι μέρος του σεναρίου ενός ιδιοφυούς αλλά διεστραμμένου σκηνοθέτη. Κανείς μας δεν γνωρίζει που μπορεί να καταλήξει όλο αυτό, αλλά είμαστε κάπως υποψιασμένοι ότι το ανάθεμα θα πέσει για μια ακόμα φορά στην πλάτη μας. Έτσι είναι οι μαύρες κωμωδίες. Μια μικρή λεπτομέρεια, όπως δυο περσικά χαλιά, μπορεί να αποβεί μοιραία για την τελική έκβαση.
Από τη στήλη "ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ" στη ΡΟΔΙΑΚΗ της Κυριακής