Ημερίδα για τον Μητροπολίτη Απόστολο Τρύφωνος
Πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου, η ημερίδα προς τιμήν του αοιδίμου Μητροπολίτου Ρόδου, Αποστόλου Τρύφωνος. Η ημερίδα πραγματοποιήθηκε στο Δημοτικό Θέατρο και την παρακολούθησε πλήθος κόσμου καθώς και το σύνολο σχεδόν των ιερέων του νησιού μας.
Τις εργασίες της ημερίδας άνοιξε ο πατήρ- Αντώνιος Πατρός ο οποίος έκανε μια σύντομη εισαγωγή για τον Απόστολο Τρύφωνος. Στη συνέχεια ο Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητροπόλεως πατήρ -Ιωάννης Χαλκιάς διάβασε τον χαιρετισμό του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στο μήνυμα του συγχαίρει τον μητροπολίτη Ρόδου κ. κ. Κύριλλο για την πρωτοβουλία διεξαγωγής της ημερίδας αυτής και καταλήγει λέγοντας πως ο Μητροπολίτης Απόστολος Τρύφωνος επιτέλεσε σπουδαίο έργο σε χαλεπούς καιρούς στην Μητρόπολη Ρόδου. Χαιρετισμό επίσης έστειλε ο βουλευτής Δωδεκανήσου κ Βασίλης Υψηλάντης.
Το λόγο έλαβε έπειτα ο δικηγόρος –συγγραφέας και πρόεδρος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου κ. Μανόλης Μακρής, ο οποίος ήταν ο συντονιστής και παρουσιαστής των εισηγητών.
Πρώτος εισηγητής ήταν ο δικηγόρος κ. Στέφανος Στεφανίδης ο οποίος παρουσίασε ένα εκτενές βιογραφικό του Μητροπολίτου Αποστόλου και σκιαγράφησε τις σημαντικότερες στιγμές του βίου του. Ακολούθησε ο δικηγόρος κ. Ιωάννης Χαρίτος, ο οποίος διαπραγματεύτηκε στην εισήγησή του την εθνική και πατριωτική προσφορά του Αποστόλου Τρύφωνος και χαρακτηριστικά ανέφερε ότι αυτός μαζί με τον κ. Στεφανίδη, τον κ. Παντελίδη και μερικούς ακόμη ρόδιους πολίτες ήσαν οι πρώτοι που εισηγήθηκαν την κατασκευή ανδριάντα προς τιμή του Αποστόλου, πρόταση που έκαναν αποδεκτή δύο δήμαρχοι (κ .κ. Γιαννόπουλος και Χατζηευθυμίου). Τρίτος ομιλητής ήταν ο οικονομολόγος και συγγραφέας κ. Κυριάκος Φίνας ο οποίος αναφέρθηκε ειδικότερα στα Κατηχητικά σχολεία –τα Κρυφά σχολεία της Δωδεκανήσου που λειτούργησαν χάρη στον Απόστολο και παρουσίασε και τις προσωπικές του αναμνήσεις.
Στη συνέχεια ο κ. Σταύρος Παπαδόπουλος, διδάκτωρ Ιστορίας της Εκπαίδευσης, εστίασε στο σημαντικότατο έργο του Αποστόλου Τρύφωνος στο χώρο της εκπαίδευσης και παρουσίασε μέσω πρωτογενών πηγών τη δράση του Αποστόλου στην παιδεία και πώς χάρη στις ενέργειές του η παιδεία αποτέλεσε πολύ σημαντικό ανάχωμα στα σχέδια εξιταλισμού των νησιών μας.
Τελευταία εισήγηση ήταν του οικονομολόγου και συγγραφέα κ. Μιλτιάδη Λογοθέτη. Ο κ. Λογοθέτης παρουσίασε το περιοδικό που εξέδιδε η Ιερά Μητρόπολη Ρόδου την περίοδο 1915-1919 την «Ορθόδοξο Διδαχή». Το περιοδικό αυτό ήταν πρωτοποριακό για την εποχή του και κύριος εμπνευστής ήταν ο Μητροπολίτης Απόστολος. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η «Ορθόδοξος Διδαχή» τυπωνόταν στη Ρόδο.
Την ημερίδα έκλεισε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ρόδου κ. κ. Κύριλλος. Στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η ημερίδα αυτή θα αποτελέσει την αρχή μιας σειράς εκδηλώσεων προς τιμήν του Αποστόλου Τρύφωνος. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι η Ιερά Μητρόπολη Ρόδου σχεδιάζει την πραγματοποίηση ενός επιστημονικού συνεδρίου με θέμα την πολυσχιδή προσωπικότητα του αειμνήστου Αποστόλου. Ευχαρίστησε τους εισηγητές για τις τεκμηριωμένες εργασίες και το κοινό για την παρουσία του και υπενθύμισε οι εκδηλώσεις προς τιμήν του Αποστόλου Τρύφωνος ολοκληρώνονται την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου με Αρχιερατικό Μνημόσυνο που θα τελεστεί ότι την Κυριακή 8 στον Μητροπολιτικό ναό Εισοδίων της Θεοτόκου.
Την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου στον Μητροπολιτικό ιερό Ναό Εισοδίων της Θεοτόκου έλαβε χώρα το μνημόσυνο του μακαριστού Ιεράρχη. Τον Επιμνημόσυνο λόγο εκφώνησε ο Σεβασμιώτατος ως ακολούθως:
ΛΟΓΟΣ ΕΠΙΜΝΗΜΟΣΥΝΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΝ ΡΟΔΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΝ ΤΡΥΦΩΝΟΣ
Μητροπολιτικός Ναός Ρόδου/8-12-2013)
«Τό μνημόσυνον αὐτοῦ ἔσται ἐν εὐλογίαις»
Επιτρέψατέ μου την παραπάνω ρήση του σοφού Σειραχίδου να επαναλάβω την ιερά αυτή στιγμή, κατά την οποία επιτελούμε το μνημόσυνο του αοίδιμου Μητροπολίτου κυροῦ Ἀποστόλου Τρύφωνος, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης εκατονταετίας από της εκλογής του στον Μητροπολιτικό Θρόνο της Ρόδου (11 Ιουνίου 1913). Συγκεντρωμένοι κάτω από τους θόλους του ιστορικού Μητροπολιτικοῦ μας Ναού, ιστάμενοι στον τόπο «ού έστησαν οι πόδες αυτού», χρεωστικώς μνημονεύουμε της μεγάλης και χαρισματικής προσωπικότητάς του, προσωπικότητας γνησίου Φαναριώτου εκκλησιαστικού ανδρός, ο οποίος, ως γνήσιος συνεχιστής της παραδόσεως των Ιεραρχών της Μητέρας μας Αγίας του Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου βάσταξε «της ημέρας τον καύσωνα και τον παγετό της νυκτός» καθ᾽ όλη την διάρκεια της σκληρής ιταλικής κατοχής των Δωδεκανήσων και ο οποίος αναδείχθηκε πραγματικός Εθνάρχης του Δωδεκανησιακού λαού κατά την πιό κρίσιμη περίοδο της νεωτέρας ιστορίας του.
Ο Μητροπολίτης Ρόδου Απόστολος, κατά κόσμον Απόστολος, υιός του Τρύφωνος Χατζηαποστόλου, γεννήθηκε στην Κωμόπολη Κριθιὰ τῆς Θρακικῆς Χερσονήσου στις 26 Νοεμβρίου του έτους 1878. Μετά τα εγκύκλια μαθήματα στην γενέτειρά του και το Σχολαρχείο Δαρδανελλίων φοίτησε στην Μεγάλη του Γένους Σχολή και κατόπιν στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε αριστούχος το 1901, αφού υπέβαλλε εναίσιμο επι πτυχίω διατριβή «Τις η σχέσις της περὶ Λόγου διδασκαλίας του Εὐαγγελιστού Ιωάννου προς την του Ιουδαίου Φίλωνος». Με την προτροπή του αοιδίμου Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ’ του Μεγαλοπρεπούς εισήλθε στον Κλήρο και την Πατριαρχική Αυλή. Χειροτονήθηκε Διάκονος στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου από τον Μητροπολίτη Ηρακλείας Γρηγόριο στις 6 Αυγούστου του έτους 1901. Διετέλεσε Διάκονος του Πατριαρχικοῦ Ναού, Εισηγητής του Πατριαρχικού Γραφείου, Βοηθός του Α’ Πατριαρχικού Γραφείου, βοηθός του Αρχιγραμματέως της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, Τριτεύων των Πατριαρχικών Διακόνων, Ὑπογραμματεύς (6-10-1906) και Αρχιγραμματεύς της Αγίας και Ιεράς Συνόδου (12-5-1909). Μητροπολίτης Ρόδου εξελέγη την 11η Ιουνίου 1913 και ενθρονίστηκε στην έδρα του την 1η Απριλίου 1914, ἐξαιτίας της επί δεκάμηνον αρνήσεως των Ιταλικών Αρχών να επιτρέψουν την έλευσή του στη Ρόδο
Ως Μητροπολίτης Ρόδου εργάστηκε συστηματικά και μεθοδικά παρά τις δύσκολες ιστορικές συγκυρίες, ἐξαιτίας της Ιταλικής κατοχής. Έδωσε ἰδιαίτερη ώθηση στα Εκκλησιαστικά, Κοινοτικά, Εκπαιδευτικά και Μοναστηριακά θέματα της Επαρχίας του και διοργάνωσε ἀποδοτικά το έργο της Ιεράς Μητροπόλεως σύμφωνα με τις προκλήσεις της εποχής. Το 1915 εξέδωσε το θρησκευτικό δεκαπενθήμερο περιοδικό «Ορθόδοξος Διδαχή», που κυκλοφόρησε μέχρι το 1921, όταν η ιταλική λογοκρισία απαγόρευσε την έκδοσή του. Αγωνίστηκε για την εθνική αποκατάσταση της Δωδεκανήσου και ηταν ο εμπνευστής και διοργανωτής των Συλλαλητηρίων υπέρ της ενώσεως με την Ελλάδα, το αιματηρό Πάσχα του 1919.
Στις 26 Σεπτεμβρίου 1921, οι ιταλικές αρχές της Δωδεκανήσου τον συνέλαβαν και τον εξόρισαν στην Πάτμο και στις 18 Νοεμβρίου 1921 τον απέλασαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου παρέμεινε μέχρι τον Οκτώβριο του 1923 ως συνοδικὸς πάρεδρος και πρόεδρος του Δ.Ε.Μ. Μετά την επικράτηση των κεμαλικών αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Τουρκία και ζήτησε από τους Ιταλούς να του επιτρέψουν να επανέλθει στην Επαρχία του. Επειδὴ όμως η άδεια αργούσε να δοθεί το Οικουμενικὸ Πατριαρχείο τον εξέλεξε Μητροπολίτη Βεροίας (Φεβρουάριος 1924) με την ελπίδα ότι οι Ιταλοί θα επέτρεπαν την εγκατάσταση στον διάδοχό του Χρυσόστομο Χατζησταύρου (τότε Μητροπολίτη Ἐφέσου και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών). Η άρνηση των Αρχών κατοχής να δεχθούν τον νέο Μητροπολίτη είχε ως αποτέλεσμα το Πατριαρχείο να επαναφέρει στην Μητρόπολη Ρόδου τον Απόστολο.
Στην Ρόδο επανήλθε στις 9 Οκτωβρίου 1924. Στα χρόνια που ακολούθησαν οι Ιταλικές αρχές ἐπεδίωξαν να χορηγηθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Δωδεκανήσου Αυτοκέφαλο, γεγονός που προσέκρουσε στην αντίδραση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Δωδεκανησιακού λαού. Ο Μητροπολίτης Απόστολος βρέθηκε στο επίκεντρο της σχετικής διαμάχης και έγινε δολοφονική απόπειρα ἐναντίον του στις 2 Σεπτεμβρίου 1927 κατά την διάρκεια περιοδείας του στη Νότια Ρόδο.
Κατά τις παραμονές και την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι Ιταλοί απαγόρευσαν την λειτουργία των ελληνικών σχολείων και θέσπισαν την υποχρεωτική φοίτηση στα ιταλικά σχολεία, ο Μητροπολίτης Απόστολος οργάνωσε την ελληνική παιδεία με την μορφή των Κατηχητικών σχολείων, τα οποία στα σκλαβωμένα τότε Δωδεκάνησα, υπήρξαν η συνέχεια των Κρυφών Σχολείων της Τουρκοκρατίας και τα οποία παρέδιδαν όχι μόνο θρησκευτικά μαθήματα, αλλά και μαθήματα ελληνικής γλώσσας (αρχαίας και νέας) και ἱστορίας. Επίσης διοργάνωσε τα μαθητικά συσσίτια, τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής και τα Φροντιστήρια για την επιμόρφωση του Κλήρου. Κατά την διάρκεια του πολέμου και ιδιαίτερα κατά την Γερμανική Κατοχή, στάθηκε συμπαραστάτης των καταδιωκομένων, απέτρεψε πολλές θανατικές εκτελέσεις και συνετέλεσε ώστε οι Γερμανοί αποχωρώντας να μην πραγματοποιήσουν την προγραμματισμένη ανατίναξη των κτιρίων της Νέας Αγοράς της πόλεως Ρόδου.
Στις 15 Μαῒου 1945 υποδέχτηκε γονυκλινής στην έδρα του τον Αντιβασιλέα-Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δαμασκηνό. Αργότερα με την υποκίνηση διαφόρων κυβερνητικών και τοπικών παραγόντων, άρχισε η εναντίον του άδικη εκστρατεία. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, παρόλο που δεν αποδεχόταν τις εναντίον του κατηγορίες, του συνέστησε, για λόγους σκοπιμότητας να υποβάλλει παραίτηση, την οποία έθεσε στην διάθεση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου και η οποία έγινε αποδεκτή στις 8 Ιουνίου 1946. Αποσύρθηκε τότε και εφησύχασε μέχρι τον θάνατό του στην κατοικία του στα Τριάντα (Ιαλυσό), όπου και συνέγραψε τα Απομνημονεύματά του. Στις 25 Οκτωβρίου 1951 εξελέγη Μητροπολίτης Αμασείας. Απεβίωσε στις 29 Νοεμβρίου 1957 και ετάφη στο Κοιμητήριο της Ορθοδόξου Κοινότητας Ρόδου.
Ο Μητροπολίτης Απόστολος με την ευφυία και την διπλωματική ικανότητα που τον χαρακτήριζε υπήρξε αληθινός «εθνάρχης» του Δωδεκανησιακού λαού καθ᾽ όλη την διάρκεια της ιταλικής κατοχής και αγωνίστηκε με σθένος για τα δίκαιά του. Η εναντίον του άδικη πολεμική διαφόρων παραγόντων, κυρίως πολιτειακών, πού είχε ως αποτέλεσμα την παραίτησή του, δεν μπόρεσε να αμαυρώσει την προσωπικότητά του και να μειώσει την αγάπη του λαού προς το πρόσωπό του, στη συνείδηση του οποίου παραμένει ο ευαγγέλικος ποιμήν που θυσίασε εαυτόν «ὑπέρ τῶν προβάτων». Ανέλαβε το πηδάλιον του σκάφους της αγιωτάτης Μητροπόλεως Ρόδου σε περίοδο μεγάλης τρικυμίας και διαχειρίστηκε τα εκκλησιαστικά και εθνικά πράγματα σε μιά πολυτάραχη και ρευστή, πλήρη ἀντιξοοτήτων περίοδο, με συνέπεια και σύνεση, έχοντας ως γνώμονα τον λόγο του μεγάλου Αρχιποίμενος Ιησού Χριστού: «Γίνεσθε ούν φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί». Ενώ γύρω τα πάντα εταράσσοντο παρέμεινε αμετακίνητος στην πέτρα του καθήκοντος, με την απόλυτη συναίσθηση του χρέους του προς την Εκκλησία και τον λαό που του εμπιστεύθηκε ο Κύριος.
Χρεωστικώς σήμερα επιτελούμε το ιερό του μνημόσυνο και μνημονεύουμε με ευγνωμοσύνη του σεπτού ονόματός του κατά την παύλειο προτροπή: «Ἀδελφοί, μνημονεύετε των ηγουμένων ημών, οίτινες ελάλησαν ημίν τον λόγον του Θεού· ών αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής μιμείσθε την πίστιν».
Παράλληλα το ιερό του μνημόσυνο αποτελεί για όλους μας ιερά υπόμνηση χρέους προς τον τόπο της παροικίας μας, το σμαραγδένιο νησί της Ρόδου. Υπόμνηση του χρέους μας για ενότητα, έχοντας ένα και μοναδικό κριτήριο την πρόοδο των τοπικών πραγμάτων για να έχει η κοινωνία μας περιεχόμενο και να καλλιεργούμε το φρόνημα μας «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
Του μακαριστού Μητροπολίτου Ρόδου κυρού Αποστόλου είη η μνήμη αιωνία.