ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΜΥΘΟΙ ΤΗΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ Το καλοκαίρι είναι μία εποχή ξενοιασιάς, διακοπών και απολαύσεων, οπότε η διατροφή έχει την τιμητική της. Ποιοι είναι όμως οι δημοφιλείς μύθοι της καλοκαιρινής διατροφής και ποια είναι η αλήθεια πίσω από αυτούς; 1. Το καλοκαίρι είναι προτιμότερο να πίνει κανείς κοκτέιλ παρά άλλα δυνατά ποτά. Είναι μύθος. Τα κοκτέιλ έχουν συνήθως μεγαλύτερη ποσότητα αλκοόλ από ένα απλό ποτό, όσο δυνατό και εάν είναι αυτό. Επιπλέον, περιέχουν και χυμούς ή γάλα που αυξάνουν την θερμιδική τους απόδοση. Άρα εάν προτιμούμε το κοκτέιλ για να μειώσουμε το θερμιδικό φορτίο του ποτού μας, αυτό είναι λάθος. Αν από την άλλη το θεωρούμε πιο δροσιστικό, αυτό εξαρτάται από την ποσότητα του αλκοόλ που έχει, εφόσον η μεγάλη ποσότητα αλκοόλ προκαλεί αφυδάτωση. Ενδεικτικά ένα ουίσκι έχει περίπου 140 θερμίδες από το οινόπνευμα που περιέχει (40% στα 50 ml που είναι μία μερίδα, άρα 20 γρ. οινοπνεύματος, όπου κάθε γραμμάριο οινοπνεύματος αποδίδει 7 θερμίδες), ενώ μία pina colada ξεκινάει από 410 θερμίδες (100 ml ρούμι έχουν 280 θερμίδες και 50 ml λικέρ καρύδας έχουν 56 θερμίδες, ενώ 150 ml χυμός ανανά έχει 74 θερμίδες). Επιπλέον, σε αυτό το κοκτέιλ περιέχονται συνολικά 68 γρ. αλκοόλ, δηλαδή ξεπερνώνται τα επίπεδα των 40 γρ. που συστήνονται ως όριο κατανάλωσης. 2. Μία παγωμένη μπύρα είναι ότι πρέπει για να ξεδιψάσει κανείς. Η μπύρα, όπως τα περισσότερα οινοπνευματώδη ποτά, δεν αποτελεί καλό ενυδατικό μέσο. Την περίοδο του καλοκαιριού, για να διατηρήσει ο οργανισμός σταθερή την θερμοκρασία του αποβάλλει νερό μέσω του ιδρώτα, γεγονός που πρέπει να μας κάνει ιδιαίτερα προσεκτικούς με την διατροφή μας. Περίπου το 80% των ημερήσιων αναγκών του ανθρώπου σε νερό προέρχεται από τη λήψη νερού και άλλων υγρών και το υπόλοιπο 20% από τα τρόφιμα. Συνήθως, το νερό αποτελεί την πρώτη επιλογή, αλλά μια σειρά άλλων υγρών μπορεί να συνεισφέρει στην πρόσληψη νερού, όπως οι χυμοί, το γάλα, η σόδα, το τσάι, ο καφές, τα αναψυκτικά, καθώς και τα φρούτα και τα λαχανικά. Εξάλλου, αντίθετα με ότι πιστεύεται, τα υγρά με καφεΐνη μπορούν να συνεισφέρουν στην κάλυψη των ημερήσιων αναγκών σε νερό, με τον ίδιο τρόπο που συμβάλλουν και τα μη καφεϊνούχα υγρά, σε αντίθεση με τα οινοπνευματώδη ποτά που οδηγούν σε αφυδάτωση, ενώ νομίζουμε ότι μας ξεδιψούν. 3. Τα παγωμένα ροφήματα ξεδιψούν περισσότερο. Δεν είναι αλήθεια. Τα παγωμένα ποτά δεν απορροφώνται πιο γρήγορα από τον πεπτικό σωλήνα, συνεπώς δεν ενυδατώνουν καλύτερα τον οργανισμό και δεν ξεδιψούν περισσότερο. Είναι πιθανόν μάλιστα να έχουν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οποιοδήποτε ποτό μπορεί να είναι δροσερό, χωρίς να είναι παγωμένο, και σε θερμοκρασία τέτοια που να ικανοποιεί καλύτερα το αίσθημα της δίψας. 4. Η υπερβολική ζέστη «κόβει» την όρεξη. Οι υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται το καλοκαίρι αντιμετωπίζονται από τον ανθρώπινο οργανισμό μέσω της αποβολής του νερού. Εάν οι καύσεις που γίνονται στο εσωτερικό του οργανισμού παράγουν επιπλέον θερμότητα, η απαιτούμενη προσαρμογή γίνεται ακόμη πιο δύσκολα. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να καταναλώσουμε μεγάλη ποσότητα τροφής κατά τις μεσημεριανές ώρες, άσχετα με το αίσθημα της όρεξης. Η ζέστη δεν μειώνει την όρεξη, απλά προσαρμοζόμαστε στις κλιματικές συνθήκες της εποχής. Εξάλλου, στις διακοπές ασχολούμαστε με ευχάριστες δραστηριότητες που μας απασχολούν περισσότερο και πολλές φορές ξεχνάμε να φάμε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πεινάμε λιγότερο, απλά δεν έχουμε ως πρώτη προτεραιότητα τα γεύματά μας. 5. Το καλοκαίρι πρέπει να τρώμε μόνο το βράδυ. Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα της ημέρας που πρέπει να τρώμε και φυσικά το βράδυ είναι μία εξίσου καλή ώρα με το μεσημέρι για να γευματίσουμε. Απλώς πρέπει να φροντίσουμε να καταναλώσουμε λογική ποσότητα φαγητού, το λιγότερο τρεις ώρες πριν κοιμηθούμε, για να έχουμε ήσυχο ύπνο. Είναι αλήθεια ότι το καλοκαίρι προτιμούμε να τρώμε βράδυ, επειδή δεν έχει τόση ζέστη, όση το μεσημέρι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να μην τρώμε τίποτε όλη την ημέρα και το βράδυ να τρώμε τρία γεύματα μαζί. Σε αυτήν την περίπτωση το φορτίο στο πεπτικό σύστημα είναι βαρύ και δεν διευκολύνεται η πέψη μας, προκαλώντας έτσι χειρότερη δυσφορία απ΄ ότι το μεσημεριανό γεύμα. 6. Ειδικά το καλοκαίρι, τα φαγητά πρέπει να περιέχουν περισσότερο αλάτι. Μύθος. Η σύσταση είναι να καταναλώνουμε το καλοκαίρι τα φαγητά ελαφρώς αλατισμένα, επειδή το αλάτι συμβάλλει στην κατακράτηση υγρών, άρα στην μικρότερη απώλειά τους λόγω ζέστης. Επειδή όμως οι περισσότεροι από εμάς τρώμε άφθονο αλάτι με το φαγητό μας όλο τον χρόνο, είναι προφανές ότι δεν πρέπει να προσθέτουμε περισσότερο αλάτι το καλοκαίρι _ αλλά μάλλον να τρώμε λιγότερο αλάτι τον χειμώνα! Ας μην ξεχνάμε ότι οι διατροφικές οδηγίες συνιστούν κατανάλωση έως 6 γραμμαρίων αλατιού καθημερινά (ποσότητα που αντιστοιχεί σε ένα γεμάτο κουταλάκι του γλυκού) κι εμείς έχουμε ξεπεράσει τα 10 γραμμάρια κατά μέσον όρο. Ειδικά όσοι έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση, πρέπει να τρώνε 3 γραμμάρια αλάτι την ημέρα. Συνεπώς οι αυξημένες θερμοκρασίες του καλοκαιριού δεν μπορούν αν λειτουργούν ως δικαιολογία για την κατάχρηση άλατος, που αν μη τι άλλο σχετίζεται με την πρόκληση σοβαρών προβλημάτων υγείας. 7. Δεν χρειάζεται να βάζουμε το φαγητό στο ψυγείο, αν πρόκειται να το φάμε την ίδια μέρα. Ιδιαίτερα το καλοκαίρι, η υγρασία και οι υψηλές θερμοκρασίες ευνοούν την ανάπτυξη μικροβίων. Συνεπώς, το μαγειρεμένο φαγητό πρέπει να συντηρείτε πάντα στο ψυγείο, αλλιώς ελλοχεύει ο κίνδυνος να αναπτυχθούν παθογόνα μικρόβια σε αυτό (να «χαλάσει» όπως λέμε) και να προκληθούν γαστρεντερικά προβλήματα. Συνεπώς, ό,τι περισσεύει το μεσημέρι από το φαγητό, πρέπει να μπαίνει σύντομα μετά το μαγείρεμα στο ψυγείο. 8. Το καλοκαίρι τα φρούτα είναι πιο γλυκά, οπότε παχαίνουν. Τα καλοκαιρινά φρούτα αρέσουν περισσότερο σε όλους και επειδή έχουμε την λανθασμένη εντύπωση πως ό,τι μας αρέσει παχαίνει, θεωρούμε ότι δεν πρέπει να τα τρώμε. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι όλα τα φρούτα περιλαμβάνουν 15 γραμμάρια σακχάρων ανά 80 γραμμάρια καρπού, οπότε η θερμιδική απόδοση κάθε φρούτου εξαρτάται καθαρά από την ποσότητα που θα καταναλώσουμε. Βέβαια επειδή ακριβώς τα καλοκαιρινά φρούτα είναι πιο νόστιμα (και όχι πιο γλυκά), έχουμε την τάση να τρώμε μεγάλες ποσότητες και τότε πράγματι προσλαμβάνουμε πολλές θερμίδες. Αν σκεφτούμε όμως πως μία μερίδα φρούτου αντιστοιχεί σε μία φέτα καρπούζι ή πεπόνι, 2 βερίκοκα, ένα ροδάκινο ή 8-10 κεράσια ή σταφύλια, τότε κατανοούμε πόσα φρούτα πρέπει να τρώμε, ώστε να ακολουθούμε την σύσταση των 3 – 6 φρούτων την ημέρα, ανάλογα με τις ενεργειακές ανάγκες του καθενός. 9. Το λιωμένο παγωτό είναι χαλασμένο και πρέπει να το αποφεύγουμε. Το παγωτό συντηρείται σε θερμοκρασίες ψύξης και πρέπει να καταλώνεται σύντομα αφού βγει από την κατάψυξη, ώστε να μην αναπτύσσονται μικρόβια. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εάν λιώσει δεν τρώγεται, απλά πρέπει εφόσον λιώσει να καταναλωθεί όλο και να μην επιστρέψει σε κατάσταση ψύξης, διότι τότε αυξάνεται ο κίνδυνος να «χαλάσει». Γι’ αυτό συνιστάται να ελέγχονται τα παγωτά για να εντοπίζονται τυχόν κρύσταλλοι (αποτελούν ένδειξη ότι έχουν αποψυχθεί και επαναψυχθεί).Εξίσου σημαντικό είναι τα ψυγεία πωλήσεως των παγωτών να βρίσκονται σε σκιερό μέρος και όχι εκτεθειμένα στον ήλιο. 10. Ότι και αν φάμε δεν πρέπει μετά να μπούμε στην θάλασσα, γιατί υπάρχει κίνδυνος πνιγμού. Η διαδικασία της πέψης απαιτεί να μεταφερθεί μεγάλη ποσότητα αίματος στο πεπτικό σύστημα και άρα να λείψει από τα άλλα όργανα του σώματος. Γι’ αυτό όταν καταναλώσουμε μεγάλη ποσότητα φαγητού νιώθουμε υπνηλία (δεν αιματώνεται καλά ο εγκέφαλος). Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εάν φάμε ένα ελαφρύ γεύμα ή ένα σάντουιτς δεν μπορούμε να δροσιστούμε στην θάλασσα. Απλά δεν πρέπει να κολυμπήσουμε, εφόσον η ελλιπής αιμάτωση των μυών μας μπορεί να προκαλέσει κράμπες και μούδιασμα ή σε περίπτωση που υπερκαταναλώσουμε φαγητό, δεν μπορούμε να πάρουμε τις κατάλληλες αναπνοές, ούτε η καρδιά μας μπορεί να αντλήσει αρκετό αίμα, ώστε να ικανοποιήσει τις ανάγκες και της πέψης και της κολύμβησης. Από αυτήν την διαπίστωση όμως, μέχρι να αποφεύγουμε την οποιαδήποτε επαφή με το νερό μετά το φαγητό, επειδή «θα πάθουμε έμφραγμα», υπάρχει μεγάλη απόσταση – η απόσταση της λογικής από την υπερβολή, που πολλές φορές χαρακτηρίζει τους καλοκαιρινούς μύθους.