Σε οριακό σημείο βρίσκεται η λειτουργία των δικτύων σεισμογράφων και επιταχυνσιογράφων της χώρας. Οι πόροι είναι πλέον ελάχιστοι και εκτιμάται ότι σύντομα δεν θα επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες συντήρησης του δικτύου. Οι προσεισμικοί έλεγχοι έχουν πλέον σταματήσει, ενώ οι σεισμολόγοι και οι γεωλόγοι αναζητούν ευρωπαϊκά προγράμματα προκειμένου να εξασφαλίσουν τη λειτουργία των σεισμολογικών κέντρων.
Κατά κοινή ομολογία, η εμπειρία του σεισμού της Κεφαλονιάς είναι θετική, με την έννοια ότι δεν υπήρξαν νεκροί, αλλά ούτε καν τραυματίες από έναν ισχυρό σεισμό πολύ κοντά σε αστικό κέντρο. «Αυτό αποδεικνύει τη σοβαρή πρόοδο που έχει γίνει στη χώρα μας στον τομέα της αντισεισμικής προστασίας», λέει στην «Κ» ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), καθηγητής στο ΑΠΘ, κ. Κοσμάς Στυλιανίδης. «Σίγουρα ένας αριθμός σπιτιών στην Κεφαλονιά θα πρέπει τελικά να κατεδαφιστεί. Αλλά είναι πρωτόγνωρη η επιτυχία ότι κανένα δεν κατέρρευσε».
Ομως, η κατάσταση των φορέων που έχουν επωμιστεί την αντισεισμική προστασία της χώρας είναι επιδεινούμενη. «Πράγματι, βρισκόμαστε σε άσχημη κατάσταση. Ο ΟΑΣΠ υποφέρει πλέον από την υποχρηματοδότηση, όπως και όλα τα σεισμολογικά κέντρα. Για παράδειγμα, ο ΟΑΣΠ λειτουργεί σήμερα ένα δίκτυο 220 επιταχυνσιογράφων σε όλη τη χώρα. Ολα τα μηχανήματα δουλεύουν, αλλά δεν ξέρω για πόσο. Το κόστος λειτουργίας δεν είναι μεγάλο, περίπου 50.000 ευρώ για ένα εξάμηνο. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει. Το 90% της ετήσιας χρηματοδότησης του ΟΑΣΠ-ΙΤΣΑΚ καλύπτει ανελαστικές δαπάνες, δηλαδή μισθούς, ενοίκια και λογαριασμούς».
Δύσκολη είναι η κατάσταση και στα τέσσερα σεισμολογικά κέντρα (Γεωδυναμικό Ινστιτούτο και Πανεπιστήμια Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πάτρας). «Οι επιστήμονες βάζουν λεφτά και από την τσέπη τους για να κρατήσουν το εθνικό δίκτυο σεισμογράφων όρθιο και να υπάρχει 24ωρη βάρδια. Και ενδεχομένως το δίκτυο να μην είναι σήμερα στην καλύτερη κατάσταση, όμως λειτουργεί», εκτιμά.
«Το εθνικό δίκτυο σεισμογράφων περιλαμβάνει 140 σταθμούς σε όλη τη χώρα», προσθέτει ο κ. Κώστας Μακρόπουλος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών (και προηγούμενος πρόεδρος του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου). «Πολύ σύντομα θα υπάρχει πρόβλημα συντήρησης των σταθμών. Σε λίγο θα αρχίσει να κλείνει ο ένας σταθμός πίσω από τον άλλο».
Παράλληλα, οι προσεισμικοί έλεγχοι των δημοσίων κτιρίων από μηχανικούς των περιφερειών έχουν ουσιαστικά σταματήσει, έχοντας εξετάσει λιγότερο από το 1/5 των 83.000 δημοσίων κτιρίων.
Επίσης, η πολιτεία πρόσφατα «μετακίνησε» τους Τομείς Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, χωρίς όμως το πολύ έμπειρο προσωπικό τους, που τέθηκε σε διαθεσιμότητα.
Οι νέες θέσεις θα έπρεπε να είχαν ανακοινωθεί μέσω ΑΣΕΠ στα τέλη Δεκεμβρίου, αλλά δεν έχει γίνει τίποτα. Οι δε ερευνητές και τα σεισμολογικά κέντρα, όπως επισημαίνει ο κ. Μακρόπουλος, «συνεχίζουν να υπάρχουν χάρη στα κοινοτικά προγράμματα».
kathimerini.gr