ΤΟ ΔΙΚΙΟ ΤΟΥ ΙΣΧΥΡΟΥ ΚΑΙ Η ΣΚΙΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
“Το δίκιο ανήκει στον ισχυρό”. Αν μια φράση μπορεί να αποτυπώσει την ανθρώπινη ιστορία, σίγουρα είναι αυτή. Από τον Θουκυδίδη μέχρι τις σύγχρονες γεωπολιτικές συγκρούσεις, η ίδια λογική επανέρχεται αδιάκοπα. Κι όμως, κάθε φορά που τη συναντάμε, η ίδια εύλογη απορία γεννιέται: είναι αυτός ο δρόμος στον οποίο θέλουμε να πορευτούμε ως κοινωνίες;
Φιλοσοφικά εξετάζοντας το, η ταύτιση δικαίου και ισχύος αποτελεί μια βαθιά παρανόηση. Το δίκαιο έχει νόημα ακριβώς επειδή θέτει όρια στην ισχύ, την περιορίζει και την καθιστά συμβατή με τη συνύπαρξη. Αν η δύναμη αρκεί για να καθορίσει το δίκαιο, τότε η ίδια η έννοια της δικαιοσύνης καθίσταται ανούσια. Κι όμως, γύρω μας βλέπουμε να κανονικοποιείται αυτό το πρότυπο. Οι ισχυροί επιβάλλουν τους όρους, ενώ οι αδύναμοι προσαρμόζονται ή συνθλίβονται.
Σε κοινωνικό επίπεδο, αυτό γεννά μια κουλτούρα φόβου. Όταν ο πολίτης αντιλαμβάνεται ότι οι νόμοι δεν είναι φτιαγμένοι για όλους, αλλά μόνο για εκείνους που μπορούν να τους παρακάμψουν, η εμπιστοσύνη προς την εξουσία διαβρώνεται. Χωρίς εμπιστοσύνη, οι κοινωνίες αναπόφευκτα μετατρέπονται σε άθροισμα μονάδων, όπου καθένας κοιτά να προστατευτεί και να πορευτεί όπως μπορεί, ελισσόμενος μέσα από μοναχικά μονοπάτια. Η κοινωνική συνοχή, η πραγματική δύναμη της ίδια της κοινωνίας, χάνεται έτσι και δημιουργείται η αίσθηση του χάους.
Οικονομικά, το “δίκαιο του ισχυρού” εκφράζεται στη συσσώρευση πλούτου και πόρων στα χέρια των λίγων. Δεν είναι απλώς ανισότητα. Είναι μια μορφή ήπιας βίας. Η αγορά παύει να είναι πεδίο δημιουργίας και μετατρέπεται σε μηχανισμό κυριαρχίας. Όταν η οικονομία λειτουργεί μόνο για να εξυπηρετεί τον ισχυρό, η καινοτομία εξαφανίζεται, οι άνθρωποι αποθαρρύνονται και η πρόοδος μετατρέπεται σε ψευδαίσθηση. Είναι ένα παιχνίδι όπου οι κανόνες αλλάζουν συνεχώς, πάντα προς όφελος εκείνων που ήδη κρατούν τα “καλά χαρτιά”.
Αυτό όμως που προκαλεί τη μέγιστη ανησυχία βρίσκεται στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Στον κόσμο μας σήμερα, η ωμή ισχύς, στρατιωτική, ενεργειακή, τεχνολογική, τείνει ξανά να ορίζει το δίκαιο. Εισβολές παρουσιάζονται ως “επιχειρήσεις”, οικονομικοί εκβιασμοί βαφτίζονται στρατηγικές και η αδυναμία των μικρών κρατών θεωρείται σχεδόν φυσική κατάσταση. Αν αυτό επικρατήσει καθολικά, τότε επιστρέφουμε σε μια ζούγκλα όπου η συνεργασία γίνεται πάντα με τους όρους του ισχυρού, υπό το φόβο μιας ασαφούς ασφάλειας.
Κι εδώ είναι που η φιλοσοφία συναντά την πράξη. Μια κοινωνία, ένα κράτος ή μια διεθνής κοινότητα που στηρίζεται αποκλειστικά στο δίκιο του ισχυρού μοιάζει με οικοδόμημα πάνω στην άμμο. Μπορεί να σταθεί για λίγο, μπορεί ακόμη και να θαμπώσει με την ισχύ του, αλλά μακροπρόθεσμα θα βυθιστεί. Διότι η ισχύς που δεν περιορίζεται από το δίκαιο, στρέφεται τελικά ακόμα και εναντίον εκείνων που την ασκούν.
Το να επιτευχθεί ισορροπία δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Αλλά αν υπάρχει μια διέξοδος, τότε αυτή βρίσκεται στην καλλιέργεια θεσμών που δεν υποκύπτουν στον εκβιασμό της ισχύος, στην υπεράσπιση της αλήθειας, ακόμα κι όταν είναι άβολη, και στην άρνηση να αποδεχτούμε ως “φυσική τάξη” την κυριαρχία των λίγων εις βάρος των πολλών.
Ίσως να φαντάζει ουτοπικό όλο αυτό. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για μια ρεαλιστική θεώρηση. Μια κοινωνία που στηρίζεται μόνο στο δίκιο του ισχυρού είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Μια κοινωνία που επιχειρεί να χτίσει δίκαιο για όλους έχει τουλάχιστον την προοπτική να επιβιώσει και να εξελιχθεί.
Το ερώτημα παραμένει ανοιχτό αιώνες τώρα. Θέλουμε να ζούμε σε έναν κόσμο όπου ο ισχυρός γράφει μόνος του τους κανόνες ή σε έναν κόσμο όπου το δίκαιο αποτελεί τον πυρήνα των κοινωνιών και μπορεί να βάζει φρένο στην ισχύ; Η απάντηση σε αυτό το τόσο μικρό αλλά κεφαλαιώδους σημασίας ερώτημα θα κρίνει όχι μόνο την ποιότητα ζωής, αλλά την εξέλιξή μας και ουσιαστικά τη δυνατότητα να υπάρξει μέλλον.
Από τη στήλη "ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ" στη ΡΟΔΙΑΚΗ





