Λέρος, 15 Ιουνίου 2013
Ετήσιο Τακτικό Συνέδριο Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Νοτίου Αιγαίου
Λέρος, 15 και 16 Ιουνίου 2013
Θέμα : “ Φορολογική Αποκέντρωση”
Εισήγηση Γιώργου Χατζημάρκου
Κυρίες κ κύριοι,
Το παρόν 1o Συνέδριο της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Νοτίου Αιγαίου, που διεξάγεται τον τρίτο χρόνο της Καλλικρατικής περιόδου, και σε μία εποχή κατά την οποία έχει κορυφωθεί ο προβληματισμός, η αβεβαιότητα και η αγωνία όλων.
Η αιτία δεν είναι μόνο η πρωτοφανής ύφεση που βιώνει η χώρα μας, αλλά ο συνδυασμός αυτής με τον επίσης πρωτοφανή βαθμό υποβάθμισης, και πολιτικού και λειτουργικού “ευνουχισμού” της Αυτοδιοίκησης.
Το θέμα της παρούσας εισήγησης, η Φορολογική Αποκέντρωση, ακούγεται σήμερα στα αυτιά πολλών συμπολιτών μας, ως ανέκδοτο.
Για δύο κυρίως λόγους : γιατί είναι από τα θέματα που συζητείται εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες χωρίς να έχει γίνει κανένα βήμα ουσιαστικής προόδου και γιατί η φορολογική βάση, στο άκουσμα και μόνο του τίτλου του θέματος μπορεί να αντιδράσει φοβούμενη νέους φόρους σε μία περίοδο που αδυνατεί να ανταποκριθεί στους ήδη υπάρχοντες. Τους ήδη υπάρχοντες φόρους, για τους οποίους οφείλουμε να επισημάνουμε και να συμφωνήσουμε ότι δεν υπακούουν σε λογική βάση.
Σε αυτό λοιπόν το περιβάλλον, γίνεται η συζήτηση μας. Για πολλοστή φορά με το ίδιο θέμα.
Γιατί είναι δύσκολο το θέμα ; Είναι δύσκολο τεχνικά ή δημοσιονομικά ;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα μας οδηγήσει στη αναγκαία νέα βάση προσέγγισης.
Ούτε τεχνικά, και όσο και αν ακούγεται αυτό οξύμωρο, ούτε δημοσιονομικά είναι δύσκολο αφού στα δημοσιονομικά της χώρας οι Α’Βάθμιοι ΟΤΑ συμμετέχουν σε ποσοστό εξαιρετικά χαμηλό.
Το εμπόδιο για την υλοποίηση της φορολογικής αποκέντρωσης στην χώρα μας, είναι ότι αυτή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την ταυτόχρονη πολιτική αποκέντρωση.
Η πολιτική αποκέντρωση τρομάζει την κεντρική εξουσία στην Ελλάδα και όχι το οικονομικό κόστος της φορολογικής αποκέντρωσης. Άλλωστε, η κεντρική εξουσία έχει αποδείξει στην χώρα μας ότι μπόρεσε να λειτουργήσει επί δεκαετίες αγνοώντας, σε πολλές περιπτώσεις επιδεικτικά, θέματα κόστους ή δημοσιονομικού νοικοκυριού .
Η οικονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ που προβλήθηκε ως ένας εκ των στόχων κάθε διοικητικής μεταρρύθμισης που πραγματοποιήθηκε στην χώρα μας, έμεινε είτε στις εξαγγελίες είτε στα χαρτιά.
Ημίμετρα, που κατά ένα παράδοξο τρόπο αντί να κτίζουν μία διακριτή απόσταση από το κέντρο, την έκλειναν.
Και αυτό λειτούργησε ως θηλιά, που έφτασε να γίνει απειλητική και σήμερα πλέον εξαιρετικά επικίνδυνη για την λειτουργία των ΟΤΑ.
Ήταν όμως τα ημίμετρα αυτά αποτέλεσμα ενός κακού σχεδιασμού ή της αποτυχίας επιτυχούς εφαρμογής ενός οποιουδήποτε καλού σχεδίου ;
Όχι. Ήταν αποτέλεσμα επιλογής.
Ήταν αποτέλεσμα της απόφασης που ήθελε την Αυτοδιοίκηση χειραγωγημένη, ελεγχόμενη.
Η συζήτηση οδηγεί υποχρεωτικά στο σημερινό πρόβλημα της χώρας.
Όχι αυτό που προβάλλεται ως το πρόβλημα της Ελλάδας, το οικονομικό, αλλά στο αίτιο.
Είμαι και εγώ ένας από τους πολλούς που πιστεύουν ότι τα οικονομικά προβλήματα είναι το σύμπτωμα. Το πολιτικό πρόβλημα της χώρας είναι η ασθένεια που πρέπει να αντιμετωπισθεί και οποιαδήποτε προσπάθεια επικεντρώνει μόνο στο επίπεδο των οικονομικών μέτρων είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
Η Αυτοδιοίκηση, σε αυτό που σήμερα συμβαίνει στην Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει ένα ρόλο κρίσιμο και εποικοδομητικό.
Με την Αυτοδιοίκηση στην γωνία, που σήμερα βρίσκεται, καμία προσπάθεια σχεδιασμού και υλοποίησης ενός νέου μοντέλου οικονομίας και δημόσιας διοίκησης δεν μπορεί να μεταφέρει στην βάση της κοινωνίας αποτελέσματα.
Η σχέση μεταξύ κεντρικής εξουσίας και αυτοδιοίκησης χρειάζεται επανασχεδιασμό και οι σχετικοί ρόλοι επαναπροσδιορισμό.
Και για να γίνει αυτό, πρέπει να προηγηθεί και η αυτοκριτική.
Είναι πολύ εύκολο για τα πολιτικά πρόσωπα της αυτοδιοίκησης να παρουσιάζουν σταθερά την κεντρική εξουσία ως το ανάχωμα όλων των προσπαθειών τους.
Η αλήθεια όμως, όσο σκληρή και αν είναι, είναι ότι και η ίδια η αυτοδιοίκηση έχει δώσει δικαιώματα και έχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συμμετάσχει σε αυτή την διαδικασία χειραγώγησης της.
Έχει τουλάχιστον συνυπευθυνότητα για την ποιότητα της σχέσης αυτής, γιατί άλλοτε ενεργητικά και άλλοτε παθητικά αποδέχθηκε τον ρόλο που η κεντρική εξουσία της επεφύλαξε.
Στελέχη της αυτοδιοίκησης , χωρίς αυτό βεβαίως να χαρακτηρίζει το σύνολο του ανθρώπινου δυναμικού της, συμμετείχαν και συνεργάστηκαν σε αυτή την πορεία.
Η γενναία αλλαγή της βάσης αυτής της σχέσης προϋποθέτει αποκοπή του ομφάλιου λώρου. Του πολιτικού ομφάλιου λώρου.
Επαναπροσδιορίζουμε λοιπόν τον τίτλο “Φορολογική Αποκέντρωση” δίνοντας του και την διάσταση της “Πολιτικής Αποκέντρωσης” αφού πολύ απλά ακόμα και αν σήμερα μεταφέρονταν στην Αυτοδιοίκηση όλοι οι οικονομικοί πόροι που ζητά, πάλι δεν θα μπορούσε μέσα στο υφιστάμενο πλαίσιο λειτουργίας της να παράξει τα επιθυμητά και αναμενόμενα, σύμφωνα με τους πόρους της, αποτελέσματα.
Η λειτουργία των ΟΤΑ στοχεύει στην παραγωγή δημόσιων αγαθών που μπορούμε σε πρώτο στάδιο να διαχωρίσουμε σε δύο επίπεδα, δημόσια αγαθά εθνικής σημασίας και δημόσια αγαθά τοπικής σημασίας.
Όπως συμβαίνει με κάθε αγαθό, έτσι με τα δημόσια αγαθά, το κόστος παραγωγής τους μεταβιβάζεται στους φορολογούμενους και κατανέμεται με βάση την φοροδοτική ικανότητα τους ή με βάση την ωφέλεια που αποκομίζουν από αυτά, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της επιβολής ανταποδοτικών τελών.
Αυτό που στην Ελλάδα, ανάμεσα στα άλλα παράδοξα αυτής της χώρας, επιχειρήθηκε και σε ένα πολύ σημαντικό βαθμό επιτεύχθηκε στην περίπτωση της αυτοδιοίκησης, είναι ο διαχωρισμός της παραγωγή αγαθών από τους απαραίτητους για την παραγωγή τους πόρους.
Ακόμα μία παγκόσμια πρωτοτυπία, που όμως δεν μπορεί να συνεχισθεί άλλο γιατί απλά δεν υπακούει σε καμία οικονομική λογική.
Η μεταβίβαση των πόρων μπορεί να γίνει με δύο τρόπους από το κεντρικό σύστημα.
Μέσω των κρατικών επιχορηγήσεων και μέσω της φορολογικής αποκέντρωσης.
Σε αυτό το σημείο έχει σημασία να σημειώσουμε, για να μην πέσουμε και εμείς στην ίδια παγίδα, ότι τα πάσης φύσεως ανταποδοτικά τέλη που επιβάλουν οι ΟΤΑ σε καμία περίπτωση δεν συνιστούν παράδειγμα ή πρακτική φορολογικής αποκέντρωσης.
Αν προσεγγίσουμε αυτά τα έσοδα σε καθαρή οικονομική βάση και σε σχέση με την παροχή της όποιας ανά περίπτωση συγκεκριμένης υπηρεσίας επιβάλλονται, θα οδηγηθούμε στον ασφαλή χαρακτηρισμό αυτών των αγαθών ως ημιδημόσια.
Το Ελληνικό κράτος επέλεξε μόνο τον ένα δρόμο, αυτό των κρατικών επιχορηγήσεων, για καθαρά πολιτικούς λόγους.
Διατηρώντας έτσι τον απόλυτο έλεγχο της αυτοδιοίκησης, ουσιαστικά ακύρωσε την δυνατότητα της στην παραγωγή των δημόσιων αγαθών που μπορεί και οφείλει να παράξει.
Η αποκεντρωμένη παροχή δημόσιων αγαθών έχει πλεονεκτήματα έναντι της κεντρικής παροχής τους, για πολλούς λόγους που όλοι είναι ουσιαστικοί :
- Ιεραρχούνται με αποδοτικότερο τρόπο ως προς τις ανάγκες της κάθε περιοχής,
- Όλες οι βαθμίδες δημόσιας διοίκησης που συμμετέχουν στην διαδικασία παραγωγής τους λειτουργούν με σημαντικά μειωμένη γραφειοκρατία,
- Υλοποιούνται σε περιβάλλον μεγαλύτερης συναίνεσης και κατά συνέπεια με μειωμένη την πιθανότητα αντίδρασης,
- Απαντούν στις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής προσαρμοζόμενα σε αυτές,
- Μειώνεται το κόστος πιθανής αποτυχίας, αφού κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι στην διαδικασία παραγωγής μπορεί να εμφανισθούν και αστοχίες.
Η αποκέντρωση δεν είναι αυτοσκοπός. Προτείνεται, επιδιώκεται και όπου εφαρμόζεται γίνεται για την παραγωγή αποτελεσμάτων.
Μετρήσιμων αποτελεσμάτων, γιατί και στα μεγέθη και στα θέματα που χειρίζεται η αυτοδιοίκηση, η αποτίμηση είναι μία δουλειά επιστημονικά και τεχνικά λυμένη.
Η οικονομική επιστήμη και η διεθνής εμπειρία διδάσκουν ότι η εκχώρηση, με την μορφή της αποκέντρωσης πόρων είναι ευθέως ανάλογη με μεγέθη όπως :
- Τον βαθμό οικονομικής ανεξαρτησίας που το πολιτικό σύστημα που την επιλέγει αποφασίζει να παραχωρήσει,
- Τις αρμοδιότητες που θα κληθεί η αυτοδιοίκηση να καλύψει με τους πόρους αυτούς,
- Το πληθυσμιακό και γεωγραφικό μέγεθος των ΟΤΑ, αφού και τα δύο αποτελούν παράγοντες δημιουργίας ζήτησης δημόσιων αγαθών.
Η οικονομική επιστήμη και η διεθνής εμπειρία διδάσκουν αυτά, η Ελληνική πραγματικότητα έρχεται να τα ανατρέψει μέσα από αυτό που έγινε άλλοθι για όλα τα Ελληνικά παράδοξα, την Ελληνική ιδιαιτερότητα.
Η οικονομική αυτοδυναμία όμως των ΟΤΑ, μόνο μέσα από την φορολογική αποκέντρωση μπορεί να προκύψει.
Και είναι σημαντικό εδώ να παρατηρήσουμε ότι η προερχόμενη μέσα από αυτή την διαδρομή οικονομική αυτοδυναμία είναι και η μόνη που έχει μέγεθος στο οποίο να μπορεί κανείς να προσδώσει τον χαρακτηρισμό «δίκαιο». Όχι μεγάλο, όχι μικρό, αλλά δίκαιο.
Ευθέως αντίστοιχο του μεγέθους της οικονομίας που καλείται να υπηρετήσει.
Το ερώτημα εδώ είναι τι θα κάνουν οι ΟΤΑ περιοχών με μικρής εμβέλειας οικονομία ή με πολίτες χαμηλής φοροδοτικής ικανότητας.
Σε αυτούς τους ΟΤΑ πρέπει να λειτουργήσει εξισσοροπιστικά το σύστημα των κρατικών επιχορηγήσεων. Σε αυτούς τους ΟΤΑ και μόνο θα πρέπει να οδηγούνται οι κρατικές επιχορηγήσεις με στόχο να διασφαλίσουν για αυτούς ένα ελάχιστο επίπεδο λειτουργίας και για τους δημότες αυτών των ΟΤΑ ένα ελάχιστο επίπεδο υπηρεσιών.
Η αποκέντρωση σε οποιοδήποτε σύστημα, έχει και δύο διαστάσεις, την ποιοτική και την ποσοτική.
Η ποσοτική αφορά το μέγεθος των εσόδων που προκύπτουν από αυτή και το μέγεθος αυτό δεν εκτιμάται ως απόλυτο αλλά πάντοτε ως ποσοστό των αντίστοιχων μεγεθών της κεντρικής διοίκησης.
Η ποιοτική διάσταση έχει να κάνει με το επίπεδο παρέμβασης που έχει η τοπική βαθμίδα διοίκησης. Δηλαδή, το επίπεδο εξουσίας, η δυνατότητα παρέμβασης με την μορφή της λήψης απόφασης.
Ο συνολικός βαθμός αποκέντρωσης ενός συστήματος μπορεί να προκύψει μόνο από την συνεκτίμηση και των δύο αυτών διαστάσεων.
Για παράδειγμα, ένα σύστημα με πολύ υψηλές επιχορηγήσεις (σε απόλυτους αριθμούς αλλά και ποσοστιαία) αλλά με πολύ χαμηλή δυνατότητα παρέμβασης και άσκησης εξουσίας, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αποκεντρωμένο αλλά το αντίθετο.
Βλέπουμε λοιπόν πόσο άρρηκτα συνδεδεμένη είναι η έννοια της φορολογικής με την πολιτική αποκέντρωση.
Δεν θα επιχειρηματολογήσω για τα προφανή οφέλη της μεταβίβασης εξουσίας, θα σταθώ όμως σε ένα πρώτο και κατά την ταπεινή μου άποψη πολύ κρίσιμο και ποιοτικό αποτέλεσμα, αυτό της ωρίμανσης των τοπικών κοινωνιών.
Η αύξηση της ευθύνης, οδηγεί αυτόματα και στην αύξηση της υπευθυνότητας όλων των συμμετεχόντων. Και των αιρετών αλλά και του εκλογικού σώματος.
Για τους αιρετούς η ευθύνη αυτή γίνεται πολύ βαρύτερη αφού η όποια αστοχία είναι πλέον δικής τους αποτυχία και όχι του κεντρικού συστήματος εξουσίας.
Και η όποια απόφαση τους παράγει αποτελέσματα που αντανακλούν άμεσα στην δική τους πολιτική εικόνα.
Η εξασφάλιση πόρων δεν αποτελεί πλέον ένα παιχνίδι εκτοπίσματος, διαπροσωπικών σχέσεων, ανταλλαγμάτων ή οτιδήποτε άλλο λειτουργεί υπέρ της ισορροπίας μέσα σε ένα σύστημα κεντρικά ελεγχόμενο.
Ο αιρετός στην τοπική αυτοδιοίκηση που έχει οικονομική αυτοτέλεια και εξουσία κρίνεται για τα δικά του πεπραγμένα και όχι για την συνισταμένη που προκύπτει από τις δικές του και από τις κεντρικές δράσεις.
Αν υποθέταμε ότι σήμερα προχωρούσε το Ελληνικό Κοινοβούλιο, σε μία γενναία μεταρρύθμιση που περιελάμβανε και πραγματική φορολογική αποκέντρωση, πόσοι από τους ΟΤΑ της χώρας θα μπορούσαν να αναλάβουν το φορτίο της δημιουργίας εισπρακτικών φορολογικών μηχανισμών ;
Θα ήταν ακριβές να πούμε κανένας, αλλά για να μην αδικήσουμε κάποιον μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτοί είναι ελάχιστοι.
Και αυτό γιατί δεν το επιτρέπει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ΟΤΑ.
Αν σήμερα προέκυπτε η μεταβίβαση φορολογίας με ευθύνη των ίδιων των ΟΤΑ ως προς την βεβαίωση και την είσπραξη της σχετικής φορολογίας, οι ΟΤΑ της χώρας μας μάλλον αμήχανα θα στέκονταν μπροστά σε αυτή την ευθύνη.
Την απάντηση σε αυτό το ζήτημα, η κεντρική εξουσία την έχει έτοιμη.
Υπάρχουν οι φορολογικοί και ελεγκτικοί μηχανισμοί της κεντρικής διοίκησης που μπορούν να δώσουν την λύση.
Να συνεχίσει όλο το έργο να γίνεται από τον κεντρικό μηχανισμό και να μεταβιβάζονται στην συνέχεια στους δικαιούχους ΟΤΑ οι πόροι που τους αναλογούν.
Ακόμα και αν υπήρχε στο θεσμικό πλαίσιο η ρητή νομοθετική πρόβλεψη ότι η μεταβίβαση αυτή θα γινόταν χωρίς κανένα όρο και χωρίς καμία προϋπόθεση θα έπρεπε οι ΟΤΑ της χώρας να δείξουν εμπιστοσύνη και να συναινέσουν ;
Η προσωπική μου άποψη είναι, όχι.
Για δύο λόγους.
Πρώτον, γιατί η ιστορία διδάσκει ότι ο πειρασμός για την κεντρική εξουσία όταν έχει την ευθύνη της μοιρασιάς είναι μεγάλος και αυτή είναι επιρρεπής στο να υποκύπτει στον πειρασμό αυτό.
Δεύτερον, γιατί με αυτόν τον τρόπο ποτέ δεν θα μπορέσουν οι αιρετοί στην τοπική αυτοδιοίκηση και οι δημότες να κερδίσουν αυτό που όπως προανέφερα είναι ένα κυρίαρχο όφελος, πέρα από το προφανές οικονομικό, την ωρίμανση.
Και είναι σημαντικό οι αιρετοί αλλά και οι δημότες να ωριμάσουν μαζί, παράλληλα.
Οι αιρετοί μέσα από την προφανή κατακόρυφη αύξηση της ευθύνης και οι δημότες μέσα από την ταχεία διαδικασία συνειδητοποίησης της σχέσης κόστους και οφέλους.
Είναι σημαντικό να προκύψει ένα νέο πολιτικό περιβάλλον όχι δεσμευτικά, όχι υποχρεωτικά καθρέπτης του κεντρικού πολιτικού περιβάλλοντος.
Ιδιαιτερότητες, ανάγκες και προοπτική θα υπηρετηθούν πλέον στο πρώτο επίπεδο άσκησης εξουσίας. Χωρίς άλλοθι και χωρίς μόχλευση.
Ξέρω ότι ακούγεται αν όχι ουτοπικό, τουλάχιστον πολύ μακρινό αυτό. Πιστεύω όμως στην τεράστια ευκαιρία που η σημερινή περίοδος δημιουργεί.
Πιστεύω στην ευκαιρία σχεδιασμού και υλοποίησης ενός νέου μοντέλου δημόσιας διοίκησης, πάνω στις στάχτες του σημερινού.
Αν κάποιος με διόρθωνε λέγοντας ότι σήμερα δεν υπάρχουν στάχτες, θα απαντούσα, ίσως όχι ακόμα.
Η σημερινή δημόσια διοίκηση δεν έχει μέλλον. Η σημερινή αυτοδιοίκηση δεν έχει μέλλον.
Όχι με τους σημερινούς κανόνες, όχι με το υφιστάμενο πλαίσιο λειτουργίας.
Απογαλακτισμένη, ενηλικιωμένη, ώριμη, ανεξάρτητη, υπεύθυνη και όχι υπό κηδεμονία, έχει μέλλον.
Με πραγματική οικονομική αυτοτέλεια αλλά και με την δυνατότητα να ασκήσει εξουσία.
Απέφυγα να αναφέρω τον έλεγχο, γιατί τον θεωρώ εκτός από αναγκαίο, και δεδομένο. Έλεγχο όμως, όχι στραγγαλισμό. Έλεγχο ως προς την ανάπτυξη παραβατικών συμπεριφορών, όχι καταστολή της σκέψης και της πρότασης.
Γιατί, αν αφαιρέσεις από έναν αιρετό την δυνατότητα να φαντάζεται και την υποχρέωση να σχεδιάζει, τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσφεύγεις στην κάλπη για την ανάδειξη διοίκησης.
Μπορείς κάλλιστα να καταφύγεις σε διορισμό και κατά προτίμηση, μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ξαναγυρίζω στην ευκαιρία που ανέφερα λίγο πριν.
Δεν θα την ανέφερα αν δεν πίστευα ότι το Σύνταγμα της χώρας μας έχει δοκιμάσει τα όρια του.
Το Σύνταγμα από μόνο του, γιατί με την βοήθεια του Κοινοβουλίου τα έχει ξεπεράσει τα όρια του.
Η χώρα αργά ή γρήγορα θα αναζητήσει ένα νέο καταστατικό χάρτη.
Είναι αυτή η στιγμή της αυτοδιοίκησης να τοποθετηθεί σε αυτόν, στην θέση από την οποία θα μπορέσει να δουλέψει παραγωγικά και ουσιαστικά.
Όχι προς όφελος του πολιτικού συστήματος εξουσίας αλλά προς όφελος της κοινωνίας και κατ’ επέκταση της χώρας.
Στην παρούσα κρίση δε, τολμώ να υποστηρίξω ότι μία άλλη αυτοδιοίκηση θα μπορούσε να προσφέρει λύσεις ουσίας και να χαράξει διόδους αν όχι διεξόδου, σίγουρα ανακούφισης, για την κοινωνία.
Το αγαπημένο μου παράδειγμα είναι το Βέλγιο.
Πρόσφατα το Βέλγιο πέρασε μία μακρά περίοδο, πολλών μηνών, ακυβερνησίας.
Οι πολίτες του, την πληροφορήθηκαν από τα ΜΜΕ γιατί η καθημερινότητα τους δεν επηρεάστηκε καθόλου. Η τοπική αυτοδιοίκηση δεν επηρεάστηκε καθόλου.
Μπορεί να φανταστεί κανείς σε τι κατάσταση θα περιέλθει η τοπική αυτοδιοίκηση της χώρας μας και κατ’ επέκταση και οι πολίτες της, στην περίπτωση που η Ελλάδα ζήσει μία μακρά περίοδο ακυβερνησίας ;
Σε μία αντίστοιχη περίπτωση, το μόνο που θα μπορούσε να συνεχίσει αποτελεσματικά το πολιτικό προσωπικό της αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα, θα ήταν οι συνεντεύξεις.
Η Φορολογική Αποκέντρωση, στις σημερινές συνθήκες δεν είναι συντεχνιακό αίτημα της αυτοδιοίκησης.
Είναι στοίχημα επιβίωσης. Όχι δικής της, αλλά της κοινωνίας.
Ξεκαθαρίζω εδώ ότι με τον όρο Φορολογική Αποκέντρωση δεν εννοώ, ούτε κρύβω ενδόμυχες σκέψεις για αύξηση της φορολογίας.
Αποκέντρωση, ποσοστού της εκάστοτε ισχύουσας φορολογίας.
Όχι ποσοστού σταθερού σε όλα τα φορολογικά βάρη, αλλά διαφοροποιημένου ανά περίπτωση.
Για παράδειγμα, δεν μπορώ να φανταστώ επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο δεν θα οδηγείται στην κεντρική εξουσία το συντριπτικό ποσοστό από την φορολογία εισοδήματος.
Όπως αντίστοιχα δεν μπορώ να φανταστώ επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο δεν θα οδηγείται στην τοπική αυτοδιοίκηση το συντριπτικό ποσοστό από την φορολογία ακινήτων.
Επίσης, δεν μπορώ να φανταστώ μεταβίβαση φορολογικών εσόδων χωρίς παράλληλη και ταυτόχρονη μεταβίβαση εξουσίας.
Φορολογική και Πολιτική Αποκέντρωση, μόνο μαζί και μόνο σε συνθήκες ασφαλούς διαχείρισης, τόσο για τους πολίτες όσο και για τους αιρετούς.
Με διαδικασίες μεταβίβασης της απόλυτης ευθύνης, για την ωρίμανση του Πολιτεύματος.
Σε περιβάλλον ενθάρρυνσης της πρωτοβουλίας και όχι καταστολής αυτής.
Με στόχο την χρηστή διοίκηση και την παραγωγή μετρήσιμων και ουσιαστικών αποτελεσμάτων και όχι την ευλαβική τήρηση αναχρονιστικών κανόνων που οδηγούν στην απραξία η την μετατροπή των αιρετών σε υπηρεσιακούς.
Πρέπει το πολιτικό προσωπικό της αυτοδιοίκησης πρώτο να καταδικάσει και κυρίως να εγκαταλείψει κάθε λειτουργία στην λογική της διαιώνισης της σχέσης υποτέλειας.
Πρέπει η κεντρική εξουσία να στρέψει το βλέμμα της στο μέλλον και στις ευθύνες που έχει απέναντι στις επόμενες γενιές.
Κλείνοντας, θα μου επιτρέψετε μία προσωπική αναφορά. Απέφυγα στην τοποθέτηση μου την όποια αναφορά στον όρο ανάπτυξη. Όχι γιατί δεν πιστεύω στον όρο, αλλά γιατί έχοντας υπηρετήσει τον αγώνα για ανάπτυξη από μάχιμη θέση, έμαθα να τον σέβομαι και σήμερα με λυπεί το γεγονός της καθημερινής κακοποίησης του.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας