Η δική μου Κάρπαθος.
Διάβαζω ένα σωρό άρθρα για τα νησιά, βγαλμένα πότε μέσα από τα μάτια και πότε μέσα από τις καρδιές, όλων εκείνων που τα έχουν καμάρι, κρυφό ή φανερό πάθος.
Αλήθεια πόσο Αιγαίο τρέχει στις φλέβες ολονών μας, πόσο θάλασσα και οκάδες αλάτι, θα βγάλεις, αν κάτσεις και μας στύψεις.
Μετά με έσφιξε μια ανείπωτη ζήλεια, τέτοια που αν ήμουν σκύλος, θα δάγκωνα από από τα νεύρα μου, κάθε περαστικό, έπειτα θα λέγαν πως έχω λύσσα και μπορεί αφού με καθάριζαν, δίχως πολλά λόγια, έπειτα να με έκαναν μικρό υπόδειγμα αδικίας.
Όχι, θα αντισταθώ, δεν θα δαγκώσω, ούτε θα αρπάξω από το λαιμό, τους τυχερούς, εκείνους που ταξιδεύουν 4-5 ώρες και τσούπ, ρίχνουν άγκυρα, στους λατρεμένους τόπους τους.
Η Κάρπαθος δεν έχει τέτοια, μοιάζει με το ταξίδι του Οδυσσέα, ανέκαθεν ήταν μακρινό, για τους αμύητους μοιάζει με ένα χορό δίχως σταματημό.
Η ίδια είναι μυστήρια, περίπλοκη και μεταμφιεσμένη, εκεί που περιμένεις ένα νησί αρχοντικό, στην άκρη του Θεού, λίγο πριν πέσει ο καταπέλτης του πλοίου, τρομάζεις, ψηλά κτήρια και τσιμέντο, μπόλικο μπετόν-αρμέ, σε κάνει λίγο να αμφιβάλεις, να λες μέσα σου:
Ρε, μήπως βγαίνω Σαλαμίνα;
Το νησί παίζει, με τον ανίδεο επισκέπτη, κοροϊδεύει το βιαστικό τουρίστα, για αυτό σπάνια συναντάς τέτοιες περιπτώσεις, να περπατούν στα τυφλά επάνω της.
Ζωντανή, μοιάζει με γυναίκα ξελογιάστρα, σίγουρα τραγουδίστρια, μια ολότελα άγνωστη Σειρήνα, που βάζει σε περιπέτειες το σύντροφο της, διαρκώς τον δοκιμάζει, τεστάρει μια αγάπη, που θέλει και πρέπει, να είναι μοναδική, ανεξίτηλη και πάνω από όλα ανελέητη.
Ναι, μάλιστα, ανελέητη, τίποτε δεν θέλει να μπει σε συγκρίσεις μαζί της, για αυτό και οι Καρπάθιοι, όταν μιλούν για κείνη, κρύβουν λόγια, ζηλεύουν, μην τύχει και τους πάρει κανείς το πάθος, και τον έρωτα.
Γράψτε λοιπόν εσείς, για τα δικά σας νησιά, πείτε για ρόδινα ακρογιάλια και σοκάκια φορτωμένα χάδια και αγκαλιές.
Κόψτε όσες αποδείξεις θέλετε.
Τίποτε δεν θα σας ξομολογηθώ, τίποτε δεν θα μοιραστώ μαζί σας.
Έτσι είναι οι μεγάλοι, ατέλειωτοι έρωτες, μυστικοί, φορτωμένοι από κόκκινο, σαν αίμα, σαρκικό πάθος.
Μόνο μια αλήθεια δεν μπορώ να κρύψω,
η Κάρπαθος σε αλλάζει, μαγικά, σε μεταμορφώνει, ξανανιώνει κάθε περαστικό, μυημένο, πλάσμα.
Του δίνει μια και το ξαναγυρνά στα πρώτα του, τα παιδικά του, εκείνα τα χρόνια που είμασταν όλοι άτρωτοι και γυαλιστεροί.
Υπερβολές; ‘Ισως, όμως για όλα τα κρυφά απάγγεια, ίδιο το μαράζι, ολόϊδιος, κρυφός καημός.
Ο έρωτας βγάζει, ξεριζώνει τα αληθινά μάτια, φορτώνει με την αύρα και τη μυρωδιά τους, όλο το μυαλό.
Έτσι κάνουν όλα τα νησιά, στέκουν άφθαρτα και κρατούν από το χέρι, σφίγγουν γερά, όλα μας χρόνια.
Manolis Dimellas