Η νίκη στη Ναυμαχία των Αργινουσών το 406 π.Χ., κατά τα τέλη του Πελοποννησιακού Πολέμου έναντι των Σπαρτιατών, υπήρξε μια από τις πιο λαμπρές νίκες των Αθηναίων. Παρά όμως τη νικηφόρα έκβαση της ναυμαχίας, οι οκτώ στρατηγοί που ηγούνταν της επιχείρησης καταδικάστηκαν σε θάνατο, για το λόγο ότι δεν μπόρεσαν να διασώσουν τους ναυαγούς και να περισυλλέξουν τις σορούς πέντε χιλιάδων συμπολεμιστών τους. Βλέπετε για τους προγόνους μας ο σεβασμός στους νεκρούς τους ήταν πάνω από τη νίκη στο πεδίο της μάχης.
Δύο χιλιάδες τετρακόσια τριάντα χρόνια μετά, στην ίδια χώρα εκκρεμεί η απόδοση δικαιοσύνη για ένα από τα πιο φρικτά δυστυχήματα που κόστισε τη ζωή σε πενήντα επτά συνανθρώπους μας, οι περισσότεροι εκ των οποίων φοιτητές. Στην ίδια χώρα που καταδίκασε τους στρατηγούς της για την ολιγωρία τους απέναντι στους νεκρούς ύστερα από μια μεγάλη νίκη, οι υπεύθυνοι για την τραγωδία κυκλοφορούν ελεύθεροι χωρίς να νιώθουν καμία ντροπή και ενοχή, με τις ευλογίες της εξουσίας και της δικαιοσύνης.
Ντρεπόμαστε όλοι οι υπόλοιποι και αυτοί που θα έπρεπε για λόγους τιμής να δηλώσουν την ενοχή τους, πετάνε ξεδιάντροπα την ευθύνη ο ένας στον άλλον. Με μια εξεταστική επιτροπή στη Βουλή που ακροβατεί στα όρια του νόμου, σέρνονται άνθρωποι και απολογούνται έναντι της εξουσίας και όχι της δικαιοσύνης. Και όπως είπε ειρωνικά ένας διασωθέντας του δυστυχήματος: “Στο τέλος θα φταίμε εμείς που μπήκαμε στο τρένο!”.
Αυτή είναι η χώρα που μας διαβεβαιώνει ότι είμαστε ένα σύγχρονο δυτικοευρωπαϊκό κράτος, στο οποίο επικρατούν ο σεβασμός στους θεσμούς, η ανεξαρτησία των εξουσιών και η απρόσκοπτη λειτουργία της δικαιοσύνης. Αυτή είναι η χώρα που μας ζητά να βάλουμε πλάτη για να σωθεί από τις αμαρτίες των λειτουργών της. Αυτή είναι η χώρα που όχι απλά αδυνατεί να μας προστατέψει από το οτιδήποτε, αλλά και όταν συμβεί κάτι τόσο τραγικό προσπαθεί να μας φορτώσει την ευθύνη και τις ενοχές.
Και να ήταν μόνο το δυστύχημα στα Τέμπη, θα μπορούσε να πει κάποιος πως πρόκειται για μια ιδιάζουσα περίπτωση. Εδώ το πρόβλημα είναι πλέον καθολικό. Σε φωτιές, σε πλημμύρες, σε χιονοπτώσεις, σε σεισμούς, σε οτιδήποτε μπορεί να συμβεί και να είναι έξω από την ημερησία διάταξη δεν υπάρχει κανείς να αναλάβει την ευθύνη. Για όλα υπάρχει μια δικαιολογία και η ατομική ευθύνη του καθενός.
Οι κομματικοί στρατοί αναλαμβάνουν το “ξέπλυμα” των αμαρτιών και η στρατηγική είναι να διχάζεται μονίμως ο λαός ώστε να μπορεί να επιβιώνει η εξουσία. Έχουμε καταπατήσει κάθε έννοια λογικής. Όποιος δεν συμβαδίζει με τις επιταγές της εξουσίας, βαπτίζεται εχθρός του έθνους και μπαίνει στο κάδρο της αποδόμησης, της απαξίωσης και της ηθικής δολοφονίας.
Αναρωτιόμαστε ακόμα γιατί χιλιάδες νέα παιδιά αναζητούν την τύχη τους εκτός συνόρων. Συγκεντρώνονται οι “σοφοί του Ταλμούδ” σε συνέδρια και φόρουμ κάνοντας εικασίες, χωρίς να έχουν το θάρρος να παραδεχτούν το αυτονόητο. Σε αυτή τη χώρα δεν επιτρέπουμε στους ικανούς να προκόψουν. Πάντα τους βάζουμε εμπόδια και τρικλοποδιές για να έχουν εξαρτημένη σχέση με την εξουσία.
Δεν ξέρω πόσοι τελικά θα καταφέρουν να μείνουν και να επιβιώσουν μέσα σε αυτή την αθλιότητα. Όσοι μείνουν όμως και είναι εκτός του συστήματος θα μετατραπούν με γοργές διαδικασίες σε σύγχρονους παρίες που θα ζητούν το “φιλεύσπλαχνο χέρι του αφέντη” για να τα βγάλουν πέρα.
Στη χώρα που κάποτε σεβόταν πάνω απ’ όλα την ανθρώπινη ζωή, σήμερα κυριαρχούν εκείνοι που την θεωρούν αναλώσιμη. Που αντιμετωπίζουν τραγικά γεγονότα, όπως αυτό των Τεμπών, ως θυσία για να εκσυγχρονιστεί το κράτος. Που μας ωθούν στη μοιρολατρία και στη μεταφυσική, ώστε να περιμένουμε από θεϊκές δυνάμεις την απόδοση της δικαιοσύνης. Μισή ντροπή δική τους και μισή δική μας…
Από τη στήλη "ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ" στη ΡΟΔΙΑΚΗ της Κυριακής